Γιώργος Λαβδάς.
Η Μυσhιώτικη λέξη «φερμάν’» (= φιρμάνι)
Στο νέο μου βιβλίο, με τίτλο «Ο ΓΛΩΣΣΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ της Μυστής Καππαδοκίας, Οι Φθόγγοι (Συμβολισμοί – κανόνες-Πάθη), Τόμ. Α΄ (Α-Ε) και στην υπ’αριθμ. 21 υποσημείωση της σελίδα 17 αυτού, αναφέρεται η ετυμολόγηση του ουσιαστικού, «φιρμάνι»[1] της δημοτικής, η οποία παρουσιάζεται και στο παρόν σημερινό μας άρθρο:
Το εν λόγω ουσιαστικό, στην Μυσhιώτικη γλώσσα, είναι «φερμάν’» και είναι ουδετέρου γένους, που κλίνεται ως εξής:
Ενικός: ονοματική «φερμάν’», γενική = «φερμανιού»,
Πληθυντικός: ονομαστική και αιτιατική = «φερμάνια».
Το «φερμάν’», σύμφωνα με τον Νεοκλή Σαρρή, είναι η κανονιστική παραγγελία του Σουλτάνου ή η εντολή του, για την διευθέτηση μιας υπόθεσης.[2] Δηλαδή, είναι το έγγραφο εκείνο, που «φέρει» κάποιο «μήνυμα» για κάποιο θέμα, του ιδίου του Σουλτάνου.
Ένα τέτοιο μήνυμα αντιλαμβανόμαστε ότι, κατ’ αρχήν, εμπεριείχε την αδιαμφισβήτητη ισχύ του ιδίου του Σουλτάνου, καθώς και ότι, ανάλογα με την περίπτωση, αποστελλόταν, ἀλλοτε με κλίμα ειρήνης και ηρεμίας και άλλοτε κάτω από συνθήκες οργής και θυμού.
Για την ετυμολόγηση του «φερμάν’», σχετικές είναι οι ακόλουθες λέξεις:
-«φιρμάνι(ον) ή φερμάνι(ον)» = διάταγμα ἀπολυταρχικοῦ ἡγεμόνος, σουλτάνου.[3]
-«φέρω» (= φέρω, μεταφέρω, κ.λ.π.). Το θέμα του ρήματος αυτού είναι «φερ-».[4]
-«μανίω»: είναι ο Δωρικός τύπος του ρήματος, «μηνίω» (= οργίζομαι, εκδηλώνω οργή). Το ρήμα αυτό έχει ως θέμα το «μηνί-», από την ρίζα «μαν-».[5]
-«μανύω»: είναι ο Δωρικός τύπος του ρήματος «μηνύω» (= αποκαλύπτω, αναγγέλλω κάτι, προδίδω, μηνύω), του οποίου το θέμα είναι «μηνύ-».[6]
-«μηνύειν» = κηρύσσειν.[7]
-«μηνίω» (= διαρκῶς ὀργίζομαι, ἐπιμένω εἰς τήν ὀργήν μου, μανίζω, χολιάζω, κακιώνω). Το θέμα του ρήματος αυτού είναι «μηνί-», εκ του ουσιαστικού «μῆνις» (= οργή, θυμός).[8]
-«μένος» = ἰσχύς, δύναμις, ὀργή, τόλμα, βία.[9]
-«μένος» (γεν. = του μένεος) = ορμή, οργασμός, (οργή), σφοδρά δηλαδή εκδήλωσις των ψυχικών δυνάμεων, οργή, θυμός, πάθος, εμπάθεια, ιδίως δε η πολεμική τόλμη, ανδρεία, καρδιά, κ.λ.π. Η εν λόγω λέξη προκύπτει από τα: α). Από την την ρίζα «μα-», που σχετίζεται με την θέληση, την επιθυμία, την έφεση, την ορμή, την οργή, τον θυμό, κ.λ.π., και β). Από την ρίζα «μεν-» του ρήματος «μένω», που σχετίζεται με την διατήρηση, διαμονή, παραμονή, αναμονή, υπομονή, καρτερία, κ.λ.π.[10]
Από την ερμηνεία και μόνον των παραπάνω λέξεων, γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι το «φερμάν’» είναι λέξη σύνθετη, η οποία με βάση την ακριβή και επί μέρους σημασία αυτής, (δηλαδή, εάν εμπεριέχει ή όχι την έννοια του θυμού, της οργής), σχηματίζεται, με τους εξής τρεις τρόπους:
(1). Πρώτος τρόπος: Από το θέμα «φερ-» του παραπάνω Ομηρικού ρήματος ρήματος «φέρω», καθώς και από το θέμα «μανυ-», του ρήματος «μανύω», που είναι ο Δωρικός τύπος «μηνύω».
Η σύνθεση των δύο αυτών στοιχείων, (φερ- + μανυ-), σημαίνει «φέρει (μεταφέρει) αγγελλία». Δηλαδή, έχει την ίδια σημασία, που είχε και το φιρμάνι.
Σχηματισμός: φερ- + μανυ-, > φερμάνυ, > φερμάν’, λόγω απόρριψης (αποβολής) του άτονου καταληκτικού «υ».[11]
(2). Δεύτερος τρόπος: Από το θέμα «φερ-» του προαναφερθέντος ρήματος «φέρω», καθώς και από το αρχικό «μαν-», των παραπάνω ρημάτων, «μανίω» και «μανύω».
Η σύνθεση αυτών σημαίνει, αυτό που φέρει, είτε οργή ή αναγγελλία ή αποκάλυψη ή κήρυγμα, είτε οργή ή θυμό, είτε επίσης κάποιο επί μέρους συνδυασμό των προηγουμένων. Δηλαδή, έχει την ίδια σημασία, που είχε και το φιρμάνι.
Σχηματισμός: φερ- + μάν-> φερμάν’.
(3).Τρίτος τρόπος: Από το θέμα «φερ-»του παραπάνω ρήματος «φέρω», καθώς και από το θέμα «μάν-», του παραπάνω Ομηρικού ουσιαστικού «μένος».
Η σύνθεση αυτών σημαίνει, αυτό που φέρει ἰσχύ, δύναμη, ὀργή, βία. Δηλαδή, έχει την ίδια σημασία, που είχε και το φιρμάνι.
Σχηματισμός : φερ- + μάν- > φερμάν’.
ΣΧΟΛΙΟ: Από την παραπάνω ανάλυση, αποδεικνύεται η ελληνικότητα της Μυσhιώτικης «φερμάν’», αλλά και της δημοτικής λέξης «φερμάνι». Εν τούτοις, η λέξη αυτή, από το Μέγα Λεξικό του Δ. Δημητράκου, αναφέρεται ως Τουρκική, ενώ υπάρχουν και άλλοι συγγραφείς που, στις εργασίες τους, την θεωρούν ως Τουρκική ή ως Περσική. Η εν λόγω λέξη, πράγματι, υπάρχει στην Τουρκική γλώσσα, ως «ferman» (= φιρμάνι, φερμάνι, διαταγή, διάταγμα),[12] που θεωρώ ότι είναι λέξη «δάνειο», την οποία πήρε, είτε από την Μυσhιώτικη γλώσσα, είτε από την δημοτική, όπου, όπως προαναφέρθηκε, λέγεται «φιρμάνι ή φερμάνι».
Για τους φίλους της Μυσhιώτικης γλώσσας και με αφορμή το Ομηρικό ρήμα «φέρω», (που είναι το πρώτο συνθετικό, της υπόψη λέξης), επισημαίνεται ότι το ρήμα αυτό, στην Οδύσσεια, στον μεν γ’ ενικό πρόσωπο του Παρατατικού, αναφέρεται ως «φέρεσκε»,[13] στο δε γ’ πληθυντικό, ως «φέρεσκον».[14] Το ίδιο αυτό ρήμα, στην Μυσhιώτικη γλώσσα, αντίστοιχα είναι, στο μεν γ’ ενικό πρόσωπο, «φέρισκει ή φέρισhκην ή φέριξην» (= έφερνε), στο δε γ’ πληθυντικό, «φέρισhκαν ή φέριξαν» (= έφερναν). Στο ρήμα αυτό, όπως και στα περισσότερα ενεργητικά παροξύτονα της γλώσσας μας, παρατηρούμε ίδια ρηματική κατάληξη με εκείνη της Ομηρικής.
Τέλος δε, το εν λόγω ουσιαστικό, στην υπάρχουσα σχετική βιβλιογραφία, αναφέρεται αντίστοιχα ως εξής:
(α). Στο Μἐγα Λεξικό της Ελληνικής Γλώσσης του Δ. Δημητράκου, αναφέρεται ως το «φιρμάνι(ον) ή φερμάνι(ον)» (= διάταγμα ἀπολυταρχικοῦ ἡγεμόνος, σουλτάνου), καθώς και ότι είναι λέξη Τουρκική.[15]
(β). Στην Αξό, αναφέρεται ως «φερμάν’» (= διάταγμα), καθώς και ότι προκύπτει από τον Τουρκικό «ferman».[16]
(γ). Στα Φάρασα, αναφέρεται ως το «φερμάνι» (= διάταγμα, φερμάνι), καθώς και ότι η λέξη αυτή είναι Περσική, που υπάρχει και στην Τουρκική, ως «ferman».[17]
(δ). Στον Πόντο, η εν λόγω λέξη με την σημασία, «διάταγμα αὐτοκρατορικόν», αναφέρεται κατά περιοχές, ως εξής: Στην Κερασούντα, στην Οινόη και στην Τρίπολη, ως το «φερμάνιν». Στην Οινόη, επίσης και ως «φερμάνι». Στα Κοτύωρα, στην Σάντα, στο Σεμένι, στα Σούρμενα, στην Τραπεζούντα και στην Χαλδία, ως το «φερμάν’». Επίσης αναφέρεται και ότι αυτή προκύπτει από την Περσική λέξη «ferman».[18]
(ε). Στο βιβλίο με τίτλο «ΤΟ ΓΛΩΣΣΙΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΤΟΥ ΜΙΣΤΙ», η εν λόγω λέξη αναφέρεται, (με όχι Μυσhιώτικη προφορά), ως «φιρμάν» (= έγγραφο), καθώς και ότι αυτή προέρχεται από το Τουρκικό, «firman» = διαταγή.[19]
στ). Στο βιβλίο με τίτλο «ΤΟ ΜΙΣΤΙ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ», η εν λόγω λέξη αναφέρεται, ως «φερμάνι», σε Υποσημείωση του συγγραφέα, στην εξής φράση: «το υπ’αριθμ. 149 «φερμάνι», που βρίσκεται στην Εθνική Βιβλιοθήκη και έχει εκδοθεί στα 1797 (τουρκ. 1211), από τον Σελίμ Γ’ (1789 -1807), αναφέρεται στη Σίλλη της Λυκαονίας».[20]
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
[1] Λαβδάς Γ., (Ο ΓΛΩΣΣΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ), 2025, 17: Βλέπε την λ. «φιρμάνι».
[2] Σαρρής Ν., «ΟΣΜΑΝΙΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ», (Τόμ. 1ος), σελ. 432: Βλέπε το κεφάλαιο «1.14.12 Φερμάν».
[3] Δημητράκος, (Λεξικό), 1964: Βλέπε την λ. «φιρμάνι(ον)».
[4] Πανταζίδης, (Ομηρικό Λεξικό), 1999. Επίσης και Παπανικολάου, (Λεξικό Ρημάτων), 1962.
[5] Παπανικολάου, (Λεξικό Ρημάτων), 1962.
[6] Παπανικολάου, (Λεξικό Ρημάτων), 1962. Επίσης Δημητράκος (Λεξικό), 1964. Επίσης και Πανταζίδης, (Ομηρικό Λεξικό), 1999.
[7] Ησυχίου Αλεξανδρέως, (Λεξικό).
[8] Πανταζίδης, (Ομηρικό Λεξικό), 1999.Επίσης και Παπανικολάου, (Λεξικό Ρημάτων), 1962.
[9] Ησυχίου Αλεξανδρέως, (Λεξικό).
[10] Πανταζίδης, (Ομηρικό Λεξικό), 1999: Βλέπε την λέξη, «Μένος».
[11] Σύμφωνα με κανόνα της Μυσhιώτικης γλώσσας, το άτονο καταληκτικό «i» (= ι, η, υ, ει, οι) απορρίπτεται (αποβάλλεται). Ο κανόνας αυτός έχει ευρυτάτη εφαρμογή, έχοντας και πολύ συγκεκριμένες και γνωστές περιπτώσεις εξαιρέσεων.
[12] Faruk Tuncay – Λεων. Καρατζάς, (Τουρκο-ελληνικό Λεξικό), 2000, 235: Βλέπε την λ. «ferman».
[13] Όμηρος, (ΟΔΥΣΣΕΙΑ): Βλέπε την φράση. (ι΄ / 429), «….ὁ μέν ἐν μέσῳ ἄνδρα φέρεσκε,».
[14] Όμηρος, (ΟΔΥΣΣΕΙΑ), κ΄/108: «…ἔνθεν γάρ ὕδωρ προτί ἄστυ φέρεσκον.» = γιατί από εκεί ύδωρ προς το άστυ έφερναν.
[15] Δημητράκος, (Λεξικό), 1964.
[16] Μαυροχαλυβίδης Γ., 1990, (Τόμ. 2ος), 650: Βλέπε την λ. «φερμάν’».
[17] Αναστασιάδης, (Ανάρτηση στο διαδίκτυο), 1979, 53: Βλέπε την λ. «φερμάνι».
[18] Παπαδόπουλος Α., 1961, (Τόμ. 2ος), 455: Βλέπε την λ. «φερμάνιν».
[19] Κοτσανίδης, 2004, 72: Βλέπε την λ. «Έγγραφο».
[20] Κωστάκης, 1977, (Τόμ. II), 438: Βλέπε την λ. «φερμάνι», στην ως άνω φράση, στην Υποσημείωση 5 της σελ. 438 έως σελ. 439.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Αναστασιάδης, Βασ. 1979. Τουρκικές Λέξεις στο Φαρασιώτικο Ιδίωμα, Γρεβενά : Αναρτημένη στην εξής Ιστοσελίδα :
Δημητράκος, Δ. 1964. Μέγα Λεξικόν Όλης της Ελληνικής Γλώσσης, Αθήνα : Εκδοτικός Οργανισμός «Ελληνική Παιδεία».
Ησυχίου του Αλεξανδρέως, Λεξικό: Εκδόσεις ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ, (Αναστατική Έκδοσις Αθήνα 1975).
Κοτσανίδης Λαζ. 2004. Το Γλωσσικό Ιδίωμα του Μιστί. Εκδόσεις, Γνώμη Κιλκίς – Παιονίας.
Λαβδάς Γ., 2025. Ο ΓΛΩΣΣΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ της Μυστής Καππαδοκίας. Οι Φθόγγοι, Τόμ. Α΄ (Α-Ε). Λάρισα.
Μαυροχαλυβίδης Γ. – Κεσισόγλου Ι. Ι., 1968. Το Γλωσσικό Ιδίωμα της Αξού, Αθήνα : Εκδότης, Κ.Μ.Σ.
Πανταζίδης, Ι., 1999. Ομηρικό Λεξικό, Αθήνα : Εκδόσεις «ελευθερη σκεψις».
Παπαδόπουλος, Α. Ανθ., 1961. Ιστορικόν Λεξικόν της Ποντικής Διαλέκτου, (Επιτροπή Ποντιακών Μελετών), Τόμ. 2ος (Α-Λ), Αθήνα : Τυπογραφείον Μυρτίδη.
Παπανικολάου, Δ. Κ., 1962. Νεώτατον Λεξικόν Όλων των Ρημάτων της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσης, (έκδοσις ενάτη), Αθήνα : εκδόσεις Π. Χιωτέλλη.
Σαρρής, Ν. Η Οσμανική Πραγματικότητα, Τόμ. I και II, Αθήνα. Εκδόσεις Ι. Δ. Αρσενίδης.
Faruk Tuncay – Καρατζάς Λεων., 2000. Τουρκο-Ελληνικό Λεξικό, Αθήνα: Κέντρο Ανατολικών Γλωσσών και Πολιτισμού.
***

